ὕστριχες

ὕστριχες
ὕστριξ
porcupine
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ύστριξ — ο, η / ὕστριξ, ιχος, ΝΑ, και ύστριχος Ν, και ὕστριγξ, ιγγος, Α (λόγιος τ.) ζωολ. γένος, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, τρωκτικών, τυπικών εκπροσώπων τής οικογένειας υστριχίδες, που μοιάζουν με τον σκαντζόχοιρο και χαρακτηρίζονται …   Dictionary of Greek

  • ερεθιζοντίδες — (erethizontidae). Οικογένεια ζώων που περιλαμβάνει τους ύστριχες της Αμερικής. Τα ζώα αυτά ονομάζονται και κερκολήπτεςσκαντζόχοιροι αναρριχητές. Ζουν κυρίως πάνω στα δέντρα και τρέφονται με φλούδες δέντρων, σπόρους και φρούτα. Το σώμα τους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”